Κυριακή 12 Δεκεμβρίου 2010

Το Σουφλί - του Ζήση Φυλλαρίδη


Πλάι στα θολά νερά του Έβρου, ένα χιλιόμετρο περίπου από αυτά, είναι κτισμένη η πόλη του Σουφλίου, που τα πόδια της πατάνε στις πλαγιές της κατάφυτης από μουριές πεδιάδας και η κορυφή της φτάνει ως τις ρίζες της οροσειράς της Ροδόπης. Σαν γνήσια θυγατέρα του Ορφέα, είναι γεμάτη ομορφιά και κάλλη έχοντας πλούσια παράδοση, το τραγούδι και το χορό. Τα σπίτια του μοιάζουν σαν να έχουνε να σου διηγηθούν κάτι από μια άλλη, παλαιότερη, αλλά μαγευτική εποχή, μια εποχή που έφυγε αλλά μας άφησε αρκετά σημάδια. Το ίδιο και τα γέρικα δένδρα στις αυλές των σπιτιών, αλλά και στην εξοχή που απλώνεται πέρα από τα σπίτια. Και τι δεν θα είχαν άραγε να διηγηθούν αυτά τα γέρικα δένδρα αν μπορούσαν να μιλήσουν;
Το Σουφλί βρίσκεται απλωμένο στην ανατολική πλαγιά του χαμηλού λόφου με θέα προς τον απέραντο θρακικό κάμπο που διασχίζει ο ποταμός Έβρος. Παρά το γεγονός ότι το Σουφλί αποτελεί από μόνο του μία κατεξοχήν ιστορική πόλη, ερευνώντας περισσότερο την επί μέρους ιστορία του συμπεραίνουμε πως ακόμη και η κάθε γειτονιά του ξεχωριστά έχει την δικιά της ιστορία.
Η πρώτη επίσημη ιστορική αναφορά για το Σουφλί βρίσκεται στα κείμενα του τούρκου περιηγητή Εβλιγιά Τσελεμπή, ο οποίος διασχίζοντας την περιοχή κατά το έτος 1667 αναφέρει μεταξύ άλλων χωριών και την ύπαρξη του Σουφλίου:
«Προχωρώντας προς τον Νότο, και μετά από 5 ώρες ταξίδι περάσαμε από τα χωριά Καραμπεγκλή, Χησαρτζήκ, Σαλτήκ, Μάνδρα, Σοφουλού και Καραπουνάρ, τα οποία κατοικούν μουσουλμάνοι και χριστιανοί ελεύθεροι φόρου ως κεφαλοχώρια».
Έτσι λοιπόν το γεγονός ότι αναφέρεται ως Κεφαλοχώρι το Σουφλί κατά τα μέσα του 17ου αιώνα μας κάνει να συμπεράνουμε πως πρέπει να αποτελούσε ένα από τα κυριότερα για την εποχή αστικά κέντρα στην ευρύτερη περιοχή της Θράκης. Σύμφωνα με τον Κωνσταντίνο Κουρτίδη το γεγονός ότι αναφέρεται στην περίοδο αυτή ως «Σοφουλού» σχετίζεται με την ύπαρξη κάποιου μουσουλμανικού μοναστηριού στην περιοχή, καθώς στην τουρκική «Σοφού» σημαίνει κατά κάποιο τρόπο «Ασκητής» και «Σοφός», ενώ είναι αρκετοί και εκείνοι που συνδέουνε το όνομα του με κάποιο ασκητήριο του μοναστικού τάγματος των Σούφι.
Σύμφωνα με την δεύτερη εκδοχή που επικρατεί το Σουφλί πήρε το όνομα του από το Σούλι από όπου –σύμφωνα με την λαϊκή παράδοση- φεύγοντας ένας μέρος των κατοίκων λόγω των διωγμών του Αλή Πασά, ήρθε και εγκαταστάθηκε στο σημερινό Σουφλί, στο οποίο και έδωσε αυτό το όνομα προς ανάμνηση της παλιάς πατρίδας, δηλαδή του Σουλίου.
Υπάρχει όμως και μία άλλη εκδοχή που θέλει το Σουφλί να συνδέει τις απαρχές του με κάποιον βυζαντινό γαιοκτήμονα που εγκαταστάθηκε στην περιοχή, τον Σουφλή, εκδοχή που ταυτίζεται κατά πολλούς και με την ύπαρξη βυζαντινών κτισμάτων δυτικά της πόλης, ανάμεσα στους λόφους του Άη-Λια
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα αρχαία κτίσματα και κυρίως οι τύμβοι που βρίσκονται γύρω από την πόλη του Σουφλίου, οι οποίοι σύμφωνα με τις αρχαιολογικές έρευνες των τελευταίων χρόνων αποδίδονται στους αρχαίους Θράκες, γεγονός που μας κάνει να πιστέψουμε πως αυτός ο τόπος κατοικείται από τους πανάρχαιους χρόνους.


Ψάχνοντας κανείς μέσα στις τοπικές παραδόσεις αλλά και στις συνήθειες των Σουφλιωτών της παλαιότερης εποχής εύκολα θα αντιληφθεί πως αποτελούν ένα μωσαϊκό διαφόρων πολιτισμικών ομάδων. Από την μία πλευρά η γειτονιά του Λέκκα και του Κακοσουλίου που σχετίζονται με το Σούλι και τις Ηπειρώτικες ρίζες αρκετών κατοίκων του Σουφλίου, και από την άλλη ο διονυσιακός χαρακτήρας των γνήσιων θρακικών αποκριάτικων και σατυρικών εθίμων (όπως π.χ. το έθιμο του «Καλόγερου» που πραγματοποιούνταν στο Σουφλί μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1930) αποτελούν ενδείξεις που επιβεβαιώνουνε αυτή την αρχική μας σκέψη.
Άλλωστε αυτήν την μετακίνηση των πληθυσμών που αφορά τις ιστορικές και λαογραφικές εκδοχές της απαρχής του Σουφλίου φαίνεται να επιβεβαιώνει κατά κάποιο τρόπο και το γεγονός ότι οι Σουλτάνοι μετά την ολική κυριαρχία των Τούρκων στην Βαλκανική μετέφεραν πληθυσμούς από την Θεσσαλία και την Ήπειρο προς την Θράκη για να συμπληρώσουν το κενό μεταξύ του πληθυσμού που είχε λιγοστέψει.
Η μεγάλη οικονομική άνθηση του Σουφλίου, που ουσιαστικά ήτανε και η αφετηρία της δημιουργίας ενός πρωτόγνωρου για την περιοχή οικονομικού και πολιτιστικού κέντρου, ήρθε με το διάταγμα του Σουλτάνου Χάτι Σερήφ κατά το 1839 σύμφωνα με το οποίο θα υπήρχε ισονομία μεταξύ των Μουσουλμάνων και Χριστιανών κατοίκων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Η εποχή αυτή ξεκίνησε με το κτίσιμο των δύο μεγαλύτερων εκκλησιών του Σουφλίου, και συγκεκριμένα αυτών του Αγίου Αθανασίου, που κτίστηκε στη θέση ενός παλαιότερου ξύλινου εξωκλησιού στην περιοχή της Καρκατσελιάς, και του Αγίου Γεωργίου, που κτίστηκε στη θέση της παλιάς εκκλησίας που ήταν αφιερωμένη στον Άγιο Χριστόφορο. Εκτός από τις εκκλησίες και τα υπόλοιπα κτίσματα στην εποχή αυτή ανεγέρθησαν και τα μεγάλα κτήρια για την εκτροφή του μεταξοσκώληκα που από εδώ και πέρα θα αποτελούσαν και τον κυρίως κορμό της οικονομικής ζωής του Σουφλίου.
Όμως η γοργή αυτή ανάπτυξη του Σουφλίου ανέβηκε σε ακόμη υψηλότερα επίπεδα όταν το 1870 άνοιξε στο Σουφλί ο Σιδηροδρομικός Σταθμός, οπότε και το Σουφλί εκτός από όλα τα άλλα προτερήματα τώρα πια ήταν και ένα από τα μεγαλύτερα εμπορικά κέντρα της Θράκης.
Ωστόσο οι ανάγκες που δημιουργούσε η εκτροφή του μεταξοσκώληκα επηρέασαν σε έναν σημαντικό βαθμό και την αρχιτεκτονική δομή του σπιτιών και των οικημάτων του Σουφλίου, τα οποία στην πλειοψηφία τους είχαν ευρύχωρες σάλες για να φυλάσσονται τα κρεβάτια των κουκουλιών, αλλά και μεγάλες αυλές, ενώ μπαλκόνια σπάνια υπήρχαν.

Στα 1904, η Γαλλική εμπορική επιθεώρηση «Annuaire Oriental de Commerce» αναφέρει πως το Σουφλί έχει περί τους 12.000 κατοίκους, το μεγαλύτερο μέρος των οποίων ασχολείται με την μεταξουργία, την καπνοκαλλιέργεια, και τα αγροτικά.
Βέβαια, αυτή την άνοδο του Σουφλίου τώρα πια θα έρχονταν να διακόψουνε για ένα χρονικό διάστημα οι πολεμικές επιχειρήσεις με τις οποίες δοκιμάστηκε σκληρά ολόκληρη η περιοχή της Μακεδονίας και της Θράκης.


Όταν τον Οκτώβριο του 1912 κηρύχθηκε ο Α’ Βαλκανικός Πόλεμος οι Τούρκοι δημόσιοι υπάλληλοι που μέχρι τότε διοικούσαν ως τοποτηρητές του Σουλτάνου την περιοχή, εγκατέλειψαν το Σουφλί και έτσι οι Σουφλιώτες κατάφεραν σε σχετικά μικρό χρονικό διάστημα να οργανώσουν μόνοι τους και δίχως την βοήθεια κανενός την διοίκηση της πόλης. Βέβαια αυτή η χαρά των ελεύθερων πια Σουφλιωτών δεν θα διαρκούσε για πολύ, καθώς σύντομα η μοίρα θα τους έφερνε άλλη μια σειρά δυσκολιών πριν ξεκινήσει η μόνιμη ελευθερία τους. Με την λήξη των δύο Βαλκανικών πολέμων η Δυτική Θράκη και συνεπώς το Σουφλί παραχωρούνται στην Βουλγαρία και έτσι οι Σουφλιώτες όπως και οι άλλοι Έλληνες της βουλγαροκρατούμενης Θράκης αναγκάζονται να πάρουνε τον βαρύ δρόμο της προσφυγιάς, και επέστρεψαν στα σπίτια τους μετά την απελευθέρωση του 1920. Βέβαια οι περιπέτειες για την περιοχή δεν θα τελείωναν εδώ. Μετά την εθνική καταστροφή της Μικράς Ασίας το 1922, και συνεπώς την παραχώρηση της Ανατολικής Θράκης στην Τουρκία, το Σουφλί ουσιαστικά χάνει το μεγαλύτερο μέρος των μορεώνων του που βρισκόταν στην απέναντι πλευρά, γεγονός που επηρέασε αρνητικά την μετέπειτα παραγωγή του μεταξιού.
Κατά την διάρκεια του Μεσοπολέμου το Σουφλί είδε την μεγάλη άνθηση της παραγωγής του μεταξιού να αναπτύσσεται ολοένα και περισσότερο, γεγονός που έδωσε την ευκαιρία στο Σουφλί να μετατραπεί σε μία δίχως προηγούμενο βιομηχανική πόλη. Αποτέλεσμα βέβαια αυτής της αλλαγής ήτανε το να αποκτήσει ένα πρωτοφανές εργατικό δυναμικό που για πολλά χρόνια θα κρατούσε στη ζωή τα μεταξουργεία του Σουφλίου.
Με το Β΄ παγκόσμιο πόλεμο και τη γερμανική κατοχή σταματά κάθε εμπορική και πνευματική δραστηριότητα της πόλης . Σε αντίθεση με πριν όλα λειτουργούσαν υποτυπωδώς. Μετά την αποχώρηση των Γερμανών που έγινε τον Αύγουστο του 1944 και λίγο πριν το ξεκίνημα την αρχή του εμφυλίου πολέμου το Σουφλί γεμίζει ξανά κόσμο. Οι κάτοικοι των γύρω χωριών συγκεντρώνονται στο Σουφλί για λόγους ασφαλείας όπου και παραμένουν ως το τέλος του 1948, οπότε και η πόλη απαλλάσσεται από τον πόλεμο και τις αναταραχές που άφησε πίσω του ο εμφύλιος.

Δεν υπάρχουν σχόλια: